Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

''Rebet against the Machine''

  

  
  ‘’Τί είναι ρεμπέτικο’’; Ρώτησες τη φίλη σου για να ικανοποιήσεις την απορία σου, εκείνη σου ανέφερε ένα τραγούδι που ακούσατε χθες βράδυ στο Γκάζι σε ένα κουλ μαγαζί, που κάτι έλεγε για μια φραγκοσυριανή, και κατάλαβες στο περίπου τί απάντησα στην ερώτησή σου(‘’Τί μουσική ακούς’’;)…Δεν φταις εσύ γι αυτό και φυσικά δεν σε κατηγορώ. Άλλωστε για σένα γράφω σήμεραΚαι τα δικά μου μουσικά ενδιαφέροντα φυσικά δεν περιορίζονται μόνο σε αυτό το είδος. Απλά πιστεύω πως δεν αξίζει αυτή η μουσική να θεωρείται ακόμα παραδοσιακή με την έννοια της ξεχασμένης που ακούν μόνο οι ‘’γέροι’’. Η μουσική δεν έχει κανένα όριο και όλα τα είδη αξίζουν μια θέση στις μουσικές μας ‘’βιβλιοθήκες''! Γι αυτό και εγώ θέλω να αφιερώσω λίγα λόγια στην προσπάθεια να αλλάξω τις γνώμες όσων αναρωτιούνται ακόμα τί λόγο έχει ο φίλος τους να παίζει μπουζούκι, αλλά και να ξεδιαλύνω λίγο τα ‘’σύννεφα’’ γύρω από το ρεμπέτικο.


  Ως προς την ονομασία του, τα σύννεφα όντως είναι υπαρκτά Προς έκπληξη της γενιάς μας, το ‘’ρεμπέτικο’’ δεν είναι παρά ένα εμπορικό προσδιοριστικό το οποίο δεν συναντάται στη ‘’γλώσσα’’ όσων αποκαλούμε σήμερα ρεμπέτες. Ως αποτέλεσμα του ‘’μυστηρίου’’ γύρω από τη λέξη αυτή οι πιθανές ερμηνείες φτάνουν τις 15(μία από αυτές είναι η τούρκικη λέξη rebet)! Το μόνο που ξέρουμε με σιγουριά είναι ότι αυτή η εμπορική ονομασία κάνει για πρώτη φορά την εμφάνισή της στο δίσκο ‘’Απονιά’’(ο δίσκος απεικονίζεται στο εξώφυλλο βιβλίου στην εικόνα παρακάτω-αυτό μπορούσα να βρω!) της ‘’Orfeon Records’’ εν έτει 1912 στο περίπου! Χαρακτηριστικό είναι ότι τα τραγούδια του δίσκου ήταν μάλλον ‘’ελαφρού περιεχομένου! Έτσι, το επινόημα ενός διαφημιστή, ο οποίος είχε στόχο μάλλον την εύρεση της εμπορικότερης ονομασίας(η λέξη ήταν πολύ πιο ‘’κοντά’’ στους Έλληνες από την μέχρι τότε ‘’δυτικοκρατούμενη’’ μουσική), αποτέλεσε το μέσο διάδοσης ενός τεράστιου μέρους της παράδοσής μας.



  
  Το ρεμπέτικο, όπως το μάθαμε από τον Βαμβακάρη, αποτελεί τη σμίξη αυτοσχέδιων λαϊκών τραγουδιών των φυλακών της Αθήνας από το 1840(μουρμούρικα), των ‘’πρωτορεμπέτικων’’ ή ‘’γιαλάδικων’’ που εμφανίστηκαν στον Πειραιά(πού αλλού!) και φυσικά των σμυρναίικων τραγουδιών που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας. Έτσι, από τις φτωχογειτονιές της Αθήνας ξεκινά την πορεία του για να φτάσει να γίνει από μουσική των ‘’παρανόμων’’ και ‘’απόκληρων’’ μαζικά αποδεκτό.

  Τα τραγούδια αυτά φυσικά δεν ‘’ακούστηκαν’’ καλά στην υψηλή κοινωνία και στις συντηρητικές ελληνικές κυβερνήσεις. Οι αναφορές σε ναρκωτικά, στη ζωή μέσα στους τεκέδες  και η χρησιμοποιούμενη αργκό, έδωσαν την αφορμή για τον συνεχή διωγμό του. Χαρακτηρίστηκε παράνομο(κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε και το μπλαγλαμαδάκι που δεν ήταν παρά ένας τρόπος να χωράνε τα όργανα των μουσικών στα σακάκια τους και να μην συλλαμβάνονται από τους αστυνομικούς), αλλά ακόμα και όταν επετράπη λογοκρίθηκε επανειλημμένως (κυρίως στην εποχή της δικτατορίας του Μεταξά). ‘’Επιβιώνοντας’’ στα ΄΄όρια της παρανομίας το ρεμπέτικο κέρδιζε ολοένα και περισσότερους οπαδούς με βασικότερους ‘’εκπροσώπους’’ του τον Βαμβακάρη, τον Παγιουμτζή, τον Μπαγιαντέρα, τον Περπινιάδη, την Εσκενάζυ, τον ΧατζηχρήστοΗ μαζική αποδοχή επέρχεται πια τις δεκαετίες του 50 και του 60, μέσω του Βασίλη Τσιτσάνη και της Σωτηρίας Μπέλλου, εποχή που αλλάζει ριζικά το ‘’πρόσωπο’’ του ρεμπέτικου το οποίο επανέρχεται ακόμα και με νέες ηχογραφήσεις ‘’καταχωνιασμένων’’ τραγουδιών. Η μουσική φυσικά ακολούθησε σταδιακά άλλους δρόμους με τη δημιουργία του τετράχορδου μπουζουκιού από τον Μανώλη Χιώτη, την είσοδο στα ‘’σαλόνια’’ και την πορεία προς το ελαφρολαϊκό που αποτέλεσε τον πρόδρομο της τωρινής μουσικής που ακούμε στα γνωστά ‘’μπουζούκια’’. Ο Βαμβακάρης προφανώς και δεν φαντάστηκε το μπουζούκι να μπαίνει στην πρίζα!!

  Το ρεμπέτικο για μένα θα είναι πάντα επίκαιρο. Τα δημιουργήματα αυτών των ανθρώπων είναι πραγματικά πολύτιμα για πολλαπλούς λόγους. Κράτησαν αναλλοίωτη την αυθεντικότητα τους μιλώντας για έναν όχι και τόσο άγιο κόσμο που δεν παύει να είναι η καθημερινότητα τους! Έζησαν κατατρεγμένοι, μακριά από το κατεστημένο της εποχής τους και παρόλα αυτά δημιούργησαν φανταστική μουσική και στίχους(‘’πόνο έχω εγώ κρυμμένο μες στα φύλλα της καρδιάς’- στίχος του ‘’αμόρφωτου’’ Βαμβακάρη) , αν αναλογιστεί κανείς την μηδαμινή τους μόρφωση αλλά και γνώσεις μουσικής. Γιαυτό φίλε, όποιος και αν είσαι εσύ που με διαβάζεις ψάξου λίγο στο θέμα! Αν είσαι φανατικός ροκάς ίσως να σε ''εκδικηθεί'' κάποτε αυτή η μουσική(συνειδητοποιώντας τί έχανες), όπως έχει εξομολογηθεί ο μουσικός σύντροφος του Αγγελάκα, Ντίνος Σαδίκης(ντοκιμαντέρ ‘’Ταξιδιάρα Ψυχή’’). Κλείνοντας, τα λόγια ενός μεγάλου καθηγητή Λατινικών, ‘’οτιδήποτε ξεφεύγει από εμπορικότητα και παραμένει αυθεντικό αξίζει την προσοχή μας’(γεια σου Δάσκαλε!)!




Υ.Γ.:              Πάρτε και ένα δείγμα σύγχρονου ρεμπέτικου….



ΠΗΓΕΣ:

  • Βιβλίο που τυχαίνει να έχω στην κατοχή μου, ‘’Περί της λέξεως ρεμπέτικο το ανάγνωσμα’’- Πάνος Σαββόπουλος
  • Βικιπαίδεια (μόνο για την αρχή του ρεμπέτικου πληροφορήθηκα από εκεί)

                   Για τα υπόλοιπα κατηγορήστε εμένα………..



                                                                              
                                                                                        Ο Δικηγοράκος

Σχόλια

  1. Πολύ καλή και σωστή η προσέγγιση σου, μακάρι και πιο <> και καλά του είδους να το έβλεπαν ετσι.
    Υπογραφή: ενας απο τους ιδρυτές των Rebet Against the machine

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. πολλά ευχαριστώ!! μακάρι όλοι να το βλέπαμε έτσι, για να διασωθεί όλη αυτή η παρακαταθήκη στο μεγαλύτερο βαθμό... όμορφο συναίσθημα να φτάνει το κείμενο στους rebet against the machine

      Δικηγοράκος

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

υποσχέσεις

   Να ξέρεις, φίλε μου, πως ξέρω πώς είναι. Ξέρω πώς είναι να πονάει η ψυχή σου. Ξέρω πώς είναι να βουρκώνεις με τα πάντα, μόνο και μόνο επειδή δεν ξέρεις με τι να κλάψεις. Ξέρω πώς είναι να βλέπεις πράγματα, τη στιγμή που δε θες να βλέπεις τίποτα. Και από την άλλη, ξέρω πώς είναι να μη βλέπεις τίποτα, τη στιγμή που θα ήθελες να βλέπεις τα πάντα.      Δεν ξέρω ποιο είναι το μεγαλύτερο ψέμα που έχουμε πει. Αλλά ξέρω ποιο είναι το ψέμα που μας πληγώνει περισσότερο. «Θα είμαι δίπλα σου». Μας ενοχλεί ο μέλλοντας; Μήπως μας ενοχλεί η λέξη «δίπλα»; Ή απλώς δεν αντέχουμε αυτές τις λέξεις στη σειρά επειδή γνωρίζουμε όλον τον εγωισμό και την επιπολαιότητα που κρύβεται από πίσω;      Εγωισμός, επειδή αυτός που την ξεφουρνίζει, έχει περισσότερη ανάγκη να είναι δίπλα μας απ’ ότι εμείς δίπλα σε αυτόν. Επιπολαιότητα, γιατί δεν αναλογίζεται την ευθύνη του μέλλοντα στις πλάτες του. Και μας γεμίζει με ουτοπικές προσδοκίες.      Ευτυχώς, δεν έγινα ποτέ ο λόγος που κρυώνεις. Όλα γίνονταν λι

διττή φύση/δύση

καπιταλισμός/σοσιαλισμός . δουλεύεις. η δουλειά σου, αποφέρει κάποιο προϊόν το οποίο αγοράζεται και έτσι υπάρχει κέρδος. το κέρδος το μοιράζεσαι μαζί με τα αφεντικά, τα οποία δουλεύουν κάνοντας κάποια τηλεφωνήματα ή και καθόλου δουλειά, αλλά έχουν το άγχος. φύση/κρίση. η φύση του ανθρώπου νου καπιταλισμού τα έφερε έτσι ώστε ήρθε η κρίση έχει οδηγήσει στο να παρακαλάς κάποιον να δουλέψεις για αυτόν, και να σου δώσει ένα μικρό κομμάτι από αυτά που θα παράξεις. πολλές φορές, και αφιλοκερδώς, ελπίζοντας πως δεν χρειάζεται να ted ρέφεσαι καν. οι συνθήκες στις οποίες θα δουλέψεις, θα είναι επίσης, όποιες επιθυμεί ο εργοδότης. πάτος/κράτος. το κράτος, παρέχει προστασία στον εργαζόμενο απέναντι στους κακούς εργοδότες, απολύοντας τον εργαζόμενο δίχως προειδοποίηση μέσα σε μια μέρα για να πούμε  ερτ1  παράδειγμα. επίσης, παρέχει κοινωνικά αγαθά όπως φροντιστήρια για την παιδεία, χαράτσια για να μείνεις, φυλακισμένες οροθετικές για την ισότητα, ράντζα για  την υγεία, και φό

της λήθης το πηγάδι

·         λήθη   <   αρχαία ελληνική   λήθη   <   λήθω ουσιαστικό,  θηλυκό Ορισμός : η  λησμονιά , το σβήσιμο από τη μνήμη, το να μη θυμάσαι πια                  η  λησμονιά , η κατάσταση κατά την οποία δεν σε θυμάται κανείς ·         Συγγενικές λέξεις: λάθος, λαθραίος, αλήθεια       Άραγε πόσα άτομα αναγκάστηκες να ξεχάσεις και να αφήσεις πίσω και πόσα ακόμα θα υπάρξουν στη ζωή σου; Κάποια από αυτά τα επέλεξες εσύ, κάποια λαθραία εισέβαλαν στη ζωή σου, μα όλα κατέληξαν να σου είναι απαραίτητα. Και όμως ήρθε η μέρα που τα άτομα αυτά σε πρόδωσαν, σε πλήγωσαν, σε απέρριψαν. Ήταν λάθος σου που τους επέτρεψες να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι σου; Δεν έχει σημασία πια. Το μόνο που προσπαθείς μανιωδώς είναι να απαλλαγείς από το αίσθημα του θυμού, την απώλειας, της απόγνωσης. Και τότε για σένα η λύση είναι μονόδρομος και στην ταμπέλα αναγράφεται ξεκάθαρα η λέξη «λήθη».   Χτίζεις έναν τοίχο άρνησης ανάμεσα σε σένα και το παρελθόν σου. Με όσο εγωισμό σου έχει απομείνει και την