«Μεγάλο αίσθημα ο φόβος…φοβάσαι το σκοτάδι, το ύψος, τον κόσμο, τα έμβια , τα άβια, τις λέξεις. Φοβάσαι να νιώσεις, να κάνεις, να δώσεις, να δείξεις, να πεις. Φοβάσαι μήπως, φοβάσαι γιατί, φοβάσαι όταν, φοβάσαι ότι. Πολύς φόβος μαζεμένος για μια ζωή μικρή που θα ‘πρεπε να τη ζεις κι όχι να τη βιώνεις. Βαρέθηκα να σε βλέπω σκυφτό γιατί τρέμεις τη σκιά σου και βαρέθηκα ν’ ακούω τη σιωπή σου -αν και έχεις μάθει να τη μασκαρεύεις εκπληκτικά με γέλια και βρισιές. Βαρέθηκα να σε βλέπω να κυνηγάς χίμαιρες άλλων γιατί οι δικές σου μπορεί να μην αξίζουν. Βαρέθηκα να μου μιλάς για χρόνους και πραγματικότητες κι αηδίες γιατί φοβάσαι τα όνειρα που έχουν αρχίσει να σε πνίγουν. Βαρέθηκα να σ’ ακούω να μου μιλάς για επανάσταση και στη πραγματικότητα να μην μπορείς να επαναστατήσεις εναντίον του εαυτού σου και των φόβων σου.
Κάνω υπομονή. Αποτυγχάνεις. Σε ποτίζω για να βγάλω τον εαυτό σου. Θέλω να σ’ ελευθερώσω. Να μιλήσεις θέλω απλά, να μιλήσεις ανοιχτά σ’ εκείνη τη φίλη που σε διέλυσε, σ’ εκείνο το γκόμενο που σε παράτησε χωρίς ένα γιατί, στον καθηγητή που σ’ έβριζε, στη κοπελιά στο τρένο που γέλασε μαζί σου. Να νιώσεις οργή και θυμό για τις εργάσιμες Κυριακές, χαρά για τους τυπάδες που φιλιούνται στο μετρό, ηδονή για τη ματιά του, ενθουσιασμό για τις νέες ευκαιρίες του αύριο, στεναχώρια για τα τόσα χτες που πέρασαν αναξιοποίητα. Θέλω να γκρεμίσω τις φυλακές και τα κλουβιά και τα κουτιά και τα χαζοκούτια κι ό,τι άλλο έχεις σ’ αυτό το κεφάλι που δεν αφήνει την καρδιά σου να χτυπήσει και τα φτερά σου ν΄ ανοίξουν.
Σε ποτίζω μ’ ό,τι προτείνει ο μπάρμαν, γιατί πρέπει να τα κάνεις όλα αυτά. Δε γίνεται άλλο να φοβάσαι. Θέλω να τα κάνεις όλα αυτά και μετά να τα ξεχάσεις για να περάσεις καλά. Όχι να μην τα σκέφτεσαι! Να τα ξεχάσεις πρέπει! Για πόσο ακόμα θα σε ποτίζω όμως; Πόσο θα αντέξω να σε φροντίζω; Για πόσο θα ‘μαι δίπλα σου να σε κρατάω μη ξεράσεις στο δρόμο και γίνεις ρεζίλι; Για πόσο θα σου παίρνω το τιμόνι απ’ τα χέρια για να μην σκοτώσεις κανέναν άνθρωπο; Για πόσο ακόμα θα μπορώ να ζω μόνο όταν πίνω;
Σου ζητάω συγγνώμη. Δεν ξέρω γιατί πρέπει να με ταξιδεύει το αλκοόλ, κι όχι οι σκέψεις μου. Δεν ξέρω γιατί είμαι έτσι και έχω φτάσει να σκοτώνω για μια σταγόνα. Δεν ξέρω γιατί ζαλίζομαι συνέχεια. Δεν ξέρω γιατί γυρνάνε τα πάντα. Να κοιμηθώ θέλω λίγο. Κι από αύριο θα αντιμετωπίζω μόνη μου τους φόβους μου.»
Είμαι η Νεφέλη και θα με βρείτε καμιά φορά ενώ περιπλανιέμαι στους δρόμους μ ένα κόκκινο παλτό να τρυπώνω στις σκέψεις κάποιων ανθρώπων που «κάποιοι δαίμονες ποτίζουν την καινούρια τους ζάλη ». Μέχρι το επόμενο «γι’ αυτά τα λίγα κι απλά πράγματα να πολεμάτε».
Είμαι η Νεφέλη και θα με βρείτε καμιά φορά ενώ περιπλανιέμαι στους δρόμους μ ένα κόκκινο παλτό να τρυπώνω στις σκέψεις κάποιων ανθρώπων που «κάποιοι δαίμονες ποτίζουν την καινούρια τους ζάλη ». Μέχρι το επόμενο «γι’ αυτά τα λίγα κι απλά πράγματα να πολεμάτε».
ΥΓ:
Γραμμή βοήθειας για τις εξαρτήσεις (ΚΕΘΕΑ): 1145
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου