Είχα
εισέλθει στο όργιο του Σαμπάτ. Τώρα ξέρω τι συμβαίνει μές στο σκοτάδι τις νύχτες
των οργίων. Ξέρω! Ξέρω με τρόμο: τα πράγματα οργιάζουν. Το πράγμα από το οποίο
είναι φτιαγμένα τα πράγματα απολαμβάνει τον εαυτό του – αυτή είναι η ωμή χαρά της μαύρης μαγείας. Από αυτό το ουδέτερο έζησα - το
ουδέτερο ήταν ο αληθινός μου αρχέγονος ζωμός. Προχωρούσα και αισθανόμουν τη
χαρά της κόλασης.
…
Ξεπερνούσα
γρήγορα τον εθισμό μου, και η γεύση ηταν καινούργια σαν το μητρικό γάλα που δεν
έχει γεύση παρά μόνο για στόμα ενός μωρού. Με
την κατάρρευση του πολιτισμού και της ανθρωπιάς μου – που ήταν για εμένα μια
οδύνη μεγάλης νοσταλγίας – με την απώλεια της ανθρωπιάς, άρχιζα να γεύομαι
οργιαστικά την ταυτότητα των πραγμάτων.
…
Ως
τότε οι εθισμένες μου αισθήσεις ήταν βουβές στη γεύση των πραγμάτων. Όμως η πιο αρχαϊκή και η πιο δαιμονική από
τις δίψες μου με είχε οδηγήσει υπόγεια να κατεδαφίσω όλες τις κατασκευές. Η
αμαρτωλή δίψα με οδηγούσε και τώρα ξέρω πως το να αισθάνεσαι τη γεύση αυτού του
σχεδόν τίποτα είναι η μυστική χαρά των θεών. Είναι ένα τίποτα που είναι ο
Θεός – και που δεν έχει γεύση.
Κλαρίσε Λισπέκτορ, Τα κατά Α.Γ. Πάθη, Μτφρ. Μάριος Χατζηπροκοπίου, εκδ. Αντίποδες, σελ.
115
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου