Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα κορίτσι παράξενο. Όταν ήταν
μικρή είχε ολόισια μαλλιά. Μια μέρα
ξύπνησε και τα μαλλιά της είχαν γίνει μπούκλες, οι πιο όμορφες μπούκλες που έχω
δει! Όταν ήμουν μικρή ακόμα μου έφερνε πολλά βιβλία και πηγαίναμε στο θέατρο κάθε
Κυριακή. Τα καλοκαίρια κάναμε κάμπινγκ στην Εύβοια. Μια φορά πήγαμε να
ακούσουμε Μελίνα Κανά. Είχε κλείσει ένα μπουκάλι κρασί για εκείνη και μια
πορτοκαλάδα για εμένα. Για να με πάρει ο ύπνος τα βράδια της χάιδευα τις
μπούκλες της.
Λίγα χρόνια αργότερα δεν συμφωνούσα σε πολλά μαζί της. Δεν μου άρεσε η μουσική που άκουγε και τα μέρη που πήγαινε. Είχε ένα μαύρο σακίδιο που το μισούσα. Όταν διαφωνούσαμε δεν παραδεχόμουν ποτέ πως είχα άδικο, ακόμη κι αν το ήξερα μέσα μου. Τσακωνόμασταν πολύ και άσχημα. Τώρα ξέρω πως τσακώνεσαι πιο έντονα με τις μεγαλύτερές σου αγάπες. Όταν μας έλεγαν πως μοιάζουμε γέλαγα. «Σιγά!», έλεγα.
Τώρα μου λείπει πολύ! Την παίρνω τηλέφωνο να μου πει πώς χρησιμοποιείται το τηγάνι και πώς να ξεχωρίσω τα ρούχα για το πλυντήριο. Όταν βρίσκομαι στην Αθήνα βλέπουμε τηλεόραση αγκαλιά και στα κυριακάτικα τραπέζια με την γιαγιά και τον παππού την πειράζω κι εκείνη γελάει δυνατά. Όταν έρχονται οι φίλοι μου σπίτι, θέλω να κάθεται μαζί μας. Μου αρέσει όταν με ρωτάει για πολιτικά.
Τώρα το βλέπω. Μοιάζουμε σαν δυο σταγόνες νερό. Πλέον ακούμε μαζί μουσική και πολλές φορές συναντιόμαστε τυχαία στο ίδιο μέρος, εγώ με τους φίλους μου κι εκείνη με τους δικούς της. Το πήρα για δικό μου το μαύρο το σακίδιο! Έχω μετανιώσει για πολλά που της έχω πει. Αλλά δεν χρειάζεται να της το πω. Το ξέρει και πάντα θα το ξέρει γιατί έτσι είναι τα παράξενα κορίτσια…
Λίγα χρόνια αργότερα δεν συμφωνούσα σε πολλά μαζί της. Δεν μου άρεσε η μουσική που άκουγε και τα μέρη που πήγαινε. Είχε ένα μαύρο σακίδιο που το μισούσα. Όταν διαφωνούσαμε δεν παραδεχόμουν ποτέ πως είχα άδικο, ακόμη κι αν το ήξερα μέσα μου. Τσακωνόμασταν πολύ και άσχημα. Τώρα ξέρω πως τσακώνεσαι πιο έντονα με τις μεγαλύτερές σου αγάπες. Όταν μας έλεγαν πως μοιάζουμε γέλαγα. «Σιγά!», έλεγα.
Τώρα μου λείπει πολύ! Την παίρνω τηλέφωνο να μου πει πώς χρησιμοποιείται το τηγάνι και πώς να ξεχωρίσω τα ρούχα για το πλυντήριο. Όταν βρίσκομαι στην Αθήνα βλέπουμε τηλεόραση αγκαλιά και στα κυριακάτικα τραπέζια με την γιαγιά και τον παππού την πειράζω κι εκείνη γελάει δυνατά. Όταν έρχονται οι φίλοι μου σπίτι, θέλω να κάθεται μαζί μας. Μου αρέσει όταν με ρωτάει για πολιτικά.
Τώρα το βλέπω. Μοιάζουμε σαν δυο σταγόνες νερό. Πλέον ακούμε μαζί μουσική και πολλές φορές συναντιόμαστε τυχαία στο ίδιο μέρος, εγώ με τους φίλους μου κι εκείνη με τους δικούς της. Το πήρα για δικό μου το μαύρο το σακίδιο! Έχω μετανιώσει για πολλά που της έχω πει. Αλλά δεν χρειάζεται να της το πω. Το ξέρει και πάντα θα το ξέρει γιατί έτσι είναι τα παράξενα κορίτσια…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου