Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

λίγο περισσότερο αέρα

  Ο κόσμος δεν είναι ένα εργοστάσιο ευχών. Κάποιες φορές ούτε τις δέχεται, ούτε καν τις ακούει. Δεν είναι όμως αυτός λόγος να μη γίνονται. Να μην πάψεις ποτέ να εύχεσαι και να προσεύχεσαι. Θα μου πεις: «Κι όλες αυτές οι ευχές και οι προσευχές που να πήγαν;». Δεν ξέρω, αλήθεια. Πρέπει να γίνονται όμως, γιατί δίνουν δύναμη, κουράγιο, ελπίδα.
  
  Ξεκαθάρισμα. Όταν –λίγο μετά τις ευχές- έρθει η ώρα του ξεκαθαρίσματος, αγχώνεσαι. Συνειδητοποιείς ότι υπάρχουν άνθρωποι που η θέση τους δεν είναι εκεί. Και μπορεί να μην ξέρεις πού είναι η θέση τους, πάντως σίγουρα δεν ανήκουν εκεί που είναι. Δεν είναι για σένα. Και αγχώνεσαι. Γιατί έχεις στριμώξει ανθρώπους πολλούς, σε ένα σημείο. Ξέρεις ότι πρέπει να σταματήσεις να λες στον εαυτό σου κάθε φορά που δεν είσαι σίγουρος για κάποιον «Εντάξει μωρέ, ας μπει στη ζωή μου και βλέπουμε…». Μόνο που αυτό το «βλέπουμε», δεν ισχύει. Δε βλέπουμε μετά. Και αυτή η απώλεια όρασης είναι που μας κάνει να τους κρατάμε, χωρίς να ξέρουμε ότι ουσιαστικά μας κρατάνε αυτοί και όχι εμείς.
  
  Και φτάνουμε στο δύσκολο σημείο. Ποιος να ζητήσει συγγνώμη από ποιον; Όταν φτάσει η ώρα της συγγνώμης, όλα φαίνονται λίγο πιο μαύρα (ακόμα κι αν το μαύρο για σένα είναι ένα φωτεινό χρώμα). Οι συγγνώμες δε διορθώνουν κάτι. Πολλοί λένε ότι ζητώντας συγγνώμη είναι σα να ζητάς την άδεια από αυτόν που απευθύνεσαι να ξανακάνεις το ίδιο λάθος. Εγώ πάλι λέω ότι ζητάμε συγγνώμη, όταν τα σκατώνουμε. Και η συγγνώμη μας, δεν έχει σημασία. Όχι πια.
  
  Αν έχεις φτιάξει ποτέ σου puzzle, τότε θα καταλάβεις. Όταν βάζεις ένα κομμάτι και νομίζεις ότι ταιριάζει εκεί που το έβαλες, συνεχίζεις, ώσπου να φτάσεις σε ένα σημείο όπου κάτι πάει στραβά, αλλά δεν ξέρεις τι. Έχεις μείνει με κομμάτια στα χέρια σου που δεν ταιριάζουν πουθενά, δεν κολλάνε με τίποτα. Και αρχίζεις να ψάχνεις σχολαστικά ένα - ένα τα κομμάτια, μέχρι να εντοπίσεις ένα δυσδιάκριτο κενό, ανάμεσα σε δύο που σου είχε ξεφύγει. Και συνεχίζεις μέχρι το τέλος. Ανάλογα με το πόσο υπομονετικός –ή ακόμα και σχολαστικός- είσαι, διαλέγεις και τα κομμάτια. Θες 100; Μήπως θες 1000; Ή 2000; Μου αρέσει να φτιάχνω puzzle. Θαυμάζω τους ανθρώπους που επιλέγουν πάνω από 1000 κομμάτια. Γιατί μετά, εκτός από την υπομονή που χρειάζεται, μπαίνει στη μέση και ο χώρος. Πού να χωρέσει; Πού να χωρέσουν τόσα άτομα στη ζωή ενός; Πόσος χώρος πια;
  
  Θέλω να φωνάξω σε όλους όσους τα παρατάνε όλα για ένα άτομο, ότι οι άνθρωποι που ήταν γύρω τους και  παρατήσανε, δε θα τους περιμένουν. Εκείνοι τους αφήσανε, εκείνοι που τα παρατήσανε όλα και όχι αυτοί. Πρέπει κάποια στιγμή να τα παρατήσεις όλα για κάποιον, αξίζει. Όταν το κάνεις όμως, όσον αφορά τους άλλους – για τους οποίους δεν παράτησες τίποτα- μην είσαι τόσο αισιόδοξος. Μπορεί να μην παράτησες κάτι για αυτούς, αλλά στην τελική παράτησες αυτούς. Και πίστεψέ με, θέλει προσπάθεια για να είναι όλα όπως πριν. Πρέπει να προσπαθήσεις – εσύ, οι άλλοι τα έχουν παρατήσει εδώ και καιρό, φίλε μου-.

«Γιατί σκέφτεσαι τόσο;»
«Γιατί πονάω τόσο»

  Επιβάλλεται να νιώσεις πόνο. Δεν είναι πάντα όσο δυσβάσταχτος λένε –τουλάχιστον αυτό καταλαβαίνεις στο τέλος-. Έχω νιώσει πόνο τόσο- όσο. Στην τελική, τόσος μου δόθηκε, τόσο έχω μάθει να αντέχω. Ναι, μέσα στους λυγμούς μου ρωτούσα ένα θεό (που τέτοιες στιγμές τον είχα εγκαταλείψει)  πού έχει βάλει τις προσευχές μου. Και; Ζω ακόμα. Αν υποθέσουμε ότι υπάρχει κλίμακα για τον πόνο από το 1 έως το 10, το 10 δεν το έχω ζήσει ακόμα. Το φυλάω για κάτι ξεχωριστό, ίσως. Να το φυλάξεις το 10αρι σου, μην το σπαταλήσεις έτσι. Το κλάμα και οι λυγμοί δεν είναι για 10. Το 10αρι θα είναι αθόρυβο, θα το ζεις μέσα σου. Κι όμως, θα επιβιώνεις. Με ή χωρίς την κλίμακα.
  
  Μετά από τις χαμένες προσευχές, τα δύσκολα ξεκαθαρίσματα, τη χιλιοειπωμένη συγγνώμη και τον τόσο πόνο, πάρε μια ανάσα. Ρούφηξε όσο αέρα θες, πάρε μια τζούρα. Στην τελική, ίσως να χρειαζόμαστε μόνο αυτό. Λίγο περισσότερο αέρα.
Εισπνοή. Εκπνοή.
Όλα καλά.


μονονόκε

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

της λήθης το πηγάδι

·         λήθη   <   αρχαία ελληνική   λήθη   <   λήθω ουσιαστικό,  θηλυκό Ορισμός : η  λησμονιά , το σβήσιμο από τη μνήμη, το να μη θυμάσαι πια                  η  λησμονιά , η κατάσταση κατά την οποία δεν σε θυμάται κανείς ·         Συγγενικές λέξεις: λάθος, λαθραίος, αλήθεια       Άραγε πόσα άτομα αναγκάστηκες να ξεχάσεις και να αφήσεις πίσω και πόσα ακόμα θα υπάρξουν στη ζωή σου; Κάποια από αυτά τα επέλεξες εσύ, κάποια λαθραία εισέβαλαν στη ζωή σου, μα όλα κατέληξαν να σου είναι απαραίτητα. Και όμως ήρθε η μέρα που τα άτομα αυτά σε πρόδωσαν, σε πλήγωσαν, σε απέρριψαν. Ήταν λάθος σου που τους επέτρεψες να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι σου; Δεν έχει σημασία πια. Το μόνο που προσπαθείς μανιωδώς είναι να απαλλαγείς από το αίσθημα του θυμού, την απώλειας, της απόγνωση...

Όλα μου τα'μαθες μα ξέχασες ένα πράγμα.

      Είμαστε τελικά πολύ περίεργα όντα εμείς οι άνθρωποι. Μπερδεύουμε την απλή ύπαρξη με την πραγματική ζωή και επιτρέπουμε να χαθεί πολύτιμος χρόνος βυθισμένοι στα προβλήματα και στο εγώ μας. Ενώ λοιπόν βρισκόμαστε παγιδευμένοι στη δίνη των ανεξέλεγκτων ρυθμών της εποχής που-αν μη τι άλλο- μας επιβάλλει να θεριεύουμε τη ματαιοδοξία και τη φιλαυτία μας, κάπου εκεί στο βάθος υπάρχει μια διέξοδος απ´όλα αυτά, η οποία ακούει στο όνομα αγάπη. Φαντάζει όντως πολύ ουτοπικό και ρομαντικό μέχρι τη στιγμή που έρχεται η σειρά σου να το βιώσεις.      Υπήρχαν πάντοτε δύο είδη του  « σ´αγαπώ »  που κατέκρινα: αυτά που δεν εκφράστηκαν ποτέ και εκείνα που συνηθίζουν πλέον να ξεστομίζουν οι άνθρωποι με την πρώτη ευκαιρία βιαστικά και επιπόλαια στους άλλους. Γενικότερα, η σχέση μου με την αγάπη υπήρξε  « περίεργη »  κατά το παρελθόν, καθώς σπάνια εξέφραζα λόγια αγάπης πολλώ δε μάλλον το  « σ´αγαπώ μου » . Αυτή η αντιμετώπιση ίσως και να...

Απόσπασμα - Clarice Lispector, Τα κατά Α.Γ. Πάθη

  Είχα εισέλθει στο όργιο του Σαμπάτ. Τώρα ξέρω τι συμβαίνει μές στο σκοτάδι τις νύχτες των οργίων. Ξέρω! Ξέρω με τρόμο: τα πράγματα οργιάζουν. Το πράγμα από το οποίο είναι φτιαγμένα τα πράγματα απολαμβάνει τον εαυτό του – αυτή είναι η ωμή χαρά της μαύρης μαγείας. Από αυτό το ουδέτερο έζησα - το ουδέτερο ήταν ο αληθινός μου αρχέγονος ζωμός. Προχωρούσα και αισθανόμουν τη χαρά της κόλασης.   … Ξεπερνούσα γρήγορα τον εθισμό μου, και η γεύση ηταν καινούργια σαν το μητρικό γάλα που δεν έχει γεύση παρά μόνο για στόμα ενός μωρού. Με την κατάρρευση του πολιτισμού και της ανθρωπιάς μου – που ήταν για εμένα μια οδύνη μεγάλης νοσταλγίας – με την απώλεια της ανθρωπιάς, άρχιζα να γεύομαι οργιαστικά την ταυτότητα των πραγμάτων. … Ως τότε οι εθισμένες μου αισθήσεις ήταν βουβές στη γεύση των πραγμάτων. Όμως η πιο αρχαϊκή και η πιο δαιμονική από τις δίψες μου με είχε οδηγήσει υπόγεια να κατεδαφίσω όλες τις κατασκευές. Η αμαρτωλή δίψα με οδηγούσε και τώρα ξέρω πως το να αισθάνεσαι τη γ...