Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ξεχάσαμε

  Βράδυ. Κενό. Γιατί; Ποιος να ξέρει τα γιατί, ποιος να έχει τις απαντήσεις; Πραγματικά δεν ξέρω και νομίζω ότι ούτε θα ήθελα να μάθω. Για μένα ξέρεις είναι πολύ καίριο και συνάμα βασανιστικό ερώτημα, γιατί τα βράδια μας, στις ώρες της βαθύτερης νύχτας, όλα να φαντάζουν τόσο παράλογα. Τελευταία κατέληξα ότι οι ώρες πολύ μετά τα μεσάνυχτα περιέχουν μια βαθύτατη ελευθερία. Δεν ξέρω για σένα, αλλά εγώ νιώθω πολύ ελεύθερος. Νομίζω ότι είναι η μόνη στιγμή της ημέρας που μπορούμε να αντισταθούμε σθεναρά στην κατάρα των πολιτισμένων μας κοινωνιών. Στην κατάρα της βαθιάς εντατικοποίησης των ζωών μας, στην κατάρα της ρουτίνας, της παθητικής αφοσίωσης σε έξωθεν επιβαλλόμενους στόχους και προγράμματα… Μα η ελευθερία, πώς συνδυάζεται με το κενό; Γιατί κάθε τρενάκι σκέψεων να είναι καταδικασμένο στον παραλογισμό και στο τέλμα;
  
  Πραγματικά, σίγουρα δε θα μάθουμε ποτέ. Από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μας, δομούμε την αντίληψή μας για την πραγματικότητα, όπως μας την παρουσιάζουν κάποιοι άλλοι, είτε αυτοί λέγονται δάσκαλοι, είτε γονείς, είτε και σπουδαίοι επιστήμονες. Γεννιόμαστε λοιπόν σε ένα έτοιμο σύμπαν και ζούμε σε μια πραγματικότητα που μας παραδίδουν σαν πίτσα από ντιλίβερι. Σαν σκυλάκια του παβλόφ μαθαίνουμε το καλό και το κακό, από τις φωνές και τις επιβραβεύσεις των γονιών μας, αποστηθίζουμε μασημένη και ετοιμοπαράδοτη εθνική ιστορία, μαθαίνουμε να λύνουμε, χωρίς αντιρρήσεις, ασκήσεις και προβλήματα, χωρίς να ζητάμε εξηγήσεις, αφού οι μεγαλύτεροι πάντα θα ξέρουν καλύτερα από εμάς… Και έτσι όλα κυλούν όμορφα και ανθηρά. Ξεπηδούν άνθρωποι χρήσιμοι. Ικανά μέλη της κοινωνίας. Δολευταράδες. Οικογενειάρχες που αξίζουν να τους δώσεις λίγα λεφτουδάκια για να πάρουν τα σπίτια τους και τα αυτοκίνητά τους. Οικογενειάρχες που αγωνιούν για το πώς θα βγάλουν και αυτοί με τη σειρά τους λίγα χρήματα, για να στείλουν τα παιδιά τους στα φροντιστήρια και αυτά να τους μάθουν καλά τις αλήθειες που πρέπει να πιστεύουν, να ξεχάσουν και αυτοί να ζήσουν, μέχρι πια να μην έχουν καμία χρησιμότητα στις οργανωμένες κοινωνίες μας…
  
  Δεν αντιλέγω. Όμορφα όλα αυτά. Ξέρεις τα πρωινά και εγώ αυτά ονειρεύομαι, όπως και εσύ και όλοι μας, είτε ενδόμυχα, είτε και ‘’φωναχτά’’. Μετά όμως έρχεται το βράδυ. Εκεί είναι που ξαφνικά αυτή η προγραμματισμένη ζωούλα, αλήθεια, δεν μου φαίνεται και τόσο όμορφη και ευτυχής. Μου φαίνεται αδύνατο στον κόσμο μας να τα έχουμε όλα τόσο σίγουρα. Δεν μπορώ να είμαι τόσο σίγουρος για την ‘’αλήθεια’’ του κόσμου μας και των κοινωνιών μας. Κάτι κάνουμε λάθος κύριοι. Από τη στιγμή που η λογική ανάλυση του περιβάλλοντός μου, ετεροκαθορίζεται από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μου, πώς μπορώ εγώ να νιώθω σίγουρος για οτιδήποτε μου ‘’παραδίδεται’’ ως ήδη γνωστό; Πώς μπορώ να παίξω με κανόνες, τους οποίους δεν πρόκειται ποτέ να έχω την ευκαιρία να επανακαθορίσω στην ουσία τους; Είτε αυτοί αφορούν τις φυσικές επιστήμες, είτε τις ανθρωπιστικές, είτε οτιδήποτε άλλο βάλεις στο μυαλό σου…
  
  Και κάπου εδώ, εύλογα θα με ρωτήσεις πού το πάω. Θα σου πω ότι συχνά καταλήγω ότι οι άνθρωποι καταλήγουμε θύματα του εαυτού μας. Και εαυτός μας είναι αυτό που κάποτε λέγαμε φύση. Αυτό που κάποτε δεν καταλαβαίναμε. Αυτό που πιστεύουμε ότι τώρα είμαστε κοντά να μάθουμε. Αυτό που νομίζουμε ότι έτσι το νικήσαμε. Αυτό που όμως συνεχίζει να κρατά στα χέρια του την ίδια μας την ύπαρξη. Και αντί να ζήσουμε, νομίζουμε ότι ζούμε, περιμένοντας τον επόμενο στόχο στις όμορφα δομημένες καριέρες μας, περιμένοντας να έχουμε τα λεφτά για το επόμενο αυτοκίνητο, περιμένοντας κάποιος άλλος να μας φέρει την ευτυχία.
  
  Και μπορεί τα παραπάνω εσένα να σε ευχαριστούν. Εμένα αυτά με κάνουν τα βράδια βαθιά δυστυχή. Φίλοι ξεχάσαμε το συναίσθημα. Ξεχάσαμε να αποδεχτούμε την υπερβατικότητα του σύμπαντος και να παρατηρήσουμε την ακαταμάχητη γοητεία της φύσης στο μοναχικό, αιώνιο μεγαλείο της. Να γελάσουμε. Να κλάψουμε. Να παθιαστούμε. Να μείνουμε γυμνοί για ώρες σε ένα κρεβάτι με το αντικείμενο του έρωτά μας, γυμνοί από ψευδεπίγραφα προσωπεία και, έστω για λίγο, να ζήσουμε απελευθερωμένοι από τις προγραμματισμένες μας ζωές. Και ίσως, κάπου εκεί, να κρύβεται λίγο από αυτό το πανέμορφο συναίσθημα που ονομάσαμε ευτυχία.



δικηγοράκος

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

της λήθης το πηγάδι

·         λήθη   <   αρχαία ελληνική   λήθη   <   λήθω ουσιαστικό,  θηλυκό Ορισμός : η  λησμονιά , το σβήσιμο από τη μνήμη, το να μη θυμάσαι πια                  η  λησμονιά , η κατάσταση κατά την οποία δεν σε θυμάται κανείς ·         Συγγενικές λέξεις: λάθος, λαθραίος, αλήθεια       Άραγε πόσα άτομα αναγκάστηκες να ξεχάσεις και να αφήσεις πίσω και πόσα ακόμα θα υπάρξουν στη ζωή σου; Κάποια από αυτά τα επέλεξες εσύ, κάποια λαθραία εισέβαλαν στη ζωή σου, μα όλα κατέληξαν να σου είναι απαραίτητα. Και όμως ήρθε η μέρα που τα άτομα αυτά σε πρόδωσαν, σε πλήγωσαν, σε απέρριψαν. Ήταν λάθος σου που τους επέτρεψες να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι σου; Δεν έχει σημασία πια. Το μόνο που προσπαθείς μανιωδώς είναι να απαλλαγείς από το αίσθημα του θυμού, την απώλειας, της απόγνωση...

Όλα μου τα'μαθες μα ξέχασες ένα πράγμα.

      Είμαστε τελικά πολύ περίεργα όντα εμείς οι άνθρωποι. Μπερδεύουμε την απλή ύπαρξη με την πραγματική ζωή και επιτρέπουμε να χαθεί πολύτιμος χρόνος βυθισμένοι στα προβλήματα και στο εγώ μας. Ενώ λοιπόν βρισκόμαστε παγιδευμένοι στη δίνη των ανεξέλεγκτων ρυθμών της εποχής που-αν μη τι άλλο- μας επιβάλλει να θεριεύουμε τη ματαιοδοξία και τη φιλαυτία μας, κάπου εκεί στο βάθος υπάρχει μια διέξοδος απ´όλα αυτά, η οποία ακούει στο όνομα αγάπη. Φαντάζει όντως πολύ ουτοπικό και ρομαντικό μέχρι τη στιγμή που έρχεται η σειρά σου να το βιώσεις.      Υπήρχαν πάντοτε δύο είδη του  « σ´αγαπώ »  που κατέκρινα: αυτά που δεν εκφράστηκαν ποτέ και εκείνα που συνηθίζουν πλέον να ξεστομίζουν οι άνθρωποι με την πρώτη ευκαιρία βιαστικά και επιπόλαια στους άλλους. Γενικότερα, η σχέση μου με την αγάπη υπήρξε  « περίεργη »  κατά το παρελθόν, καθώς σπάνια εξέφραζα λόγια αγάπης πολλώ δε μάλλον το  « σ´αγαπώ μου » . Αυτή η αντιμετώπιση ίσως και να...

Γιατί πονάει τόσο η αγάπη;

«Γιατί πονάει τόσο η αγάπη;»… Θυμάσαι τότε που με ρώτησες; Είχα σαστίσει. Ήθελα να σε πάρω αγκαλιά και να σου φωνάξω πως δεν πονάει, πως ότι πονάει δεν είναι αγάπη και πως όλα θα πάνε καλά. Αλλά δεν το έκανα, ήξερα πως θα έλεγα ψέματα. Ναι, η αγάπη πονάει… Με τον δικό της τρόπο. Είναι ένας πόνος γλυκός, ζεστός, ίσως ακόμα και δίκαιος. Είναι ένας πόνος που θυμίζει εσένα και αυτό είναι που τον κάνει τόσο άσχημο. Με μία τόσο απλή ερώτηση με έριξες σε σκέψεις. «Γιατί δεν είναι εύκολη». Τι άλλο να σου έλεγα; Είναι το μόνο που ξέρω για την αγάπη και το έμαθα με τον δύσκολο τρόπο, όπως όλοι μας. Αν ήταν κάτι το εύκολο, η αγάπη, δε θα είχε τόση αξία, θα την βαριόμασταν γρήγορα. Αν ήταν τόσο εύκολο το να αγαπήσεις και να αγαπηθείς θα ήταν όλα όμορφα και ρόδινα, τόσο που θα χάναμε την όρεξη να την κυνηγήσουμε. Πονάει, λοιπόν, για να σου δείξει την αξία της, εκεί κατέληξα. Δύο τρόπους έχει για να μιλήσει η αγάπη. Τον έναν μπορείς να τον πεις και έρωτα… Αυτό το συναίσθημα που σε κάνε...