Οι Κομπάρσοι εμφανίστηκαν μια μέρα σαν όλες τις άλλες. Με ‘’μητέρα’’ την πλατφόρμα του google ξεκίνησαν να ανεβαίνουν κείμενα και να εμφανίζονται σε μια διαδικτυακή πλατφόρμα, κάτι σαν τις αναρτήσεις στην αρχική σελίδα του Facebook. Αλλά τι μπορεί να συνδέει αυτές τις αναρτήσεις; Τι μπορεί να συνδέει τις αναρτήσεις κάθε blog, κάθε διαδικτυακού ημερολογίου, αλλά και κάθε ημερολογίου; Τι διαφορά έχει αν έγραψε τα κείμενα ένα άτομο ή χιλιάδες; Πώς νιώθουμε, όταν διαβάζουμε ένα κείμενο που γράψαμε κάποτε, ακόμα και ένα παλιό μήνυμα στο κινητό;
Πολλοί από όσους έχουν αφήσει ένα
κείμενό τους εδώ, ίσως και να μην το αναγνωρίσουν, λες και βλέπουν έναν ξένο.
Φυσικά και υπερβάλλω. Η αλήθεια είναι ότι θα χαμογελάσουν σαν να είδαν έναν
παλιό φίλο στο δρόμο, απ’ αυτούς που θες πολύ να βλέπεις, αλλά όχι να τους εντάξεις
στη ζωή σου, στη ζωή που θες να αναγνωρίσεις πλέον ως δική σου. Ο παλιός φίλος
είναι καλός μόνο για να νοσταλγήσουμε κάτι που δεν είμαστε πια. Γιατί όμως να
μην διεκδικούμε ακόμη την ‘’πατρότητα’’ ενός κειμένου δικού μας; Γιατί να προκαλεί
κάτι το ανοίκειο; Γράφοντας αποδίδουμε ένα βίωμα, ένα βίωμα που ιεραρχείται ως
σημαντικό. Άρα ανοίκειο είναι μάλλον μια πλευρά του ίδιου του εγώ μας. Το πρόσωπο
που ήθελε να γράψει κάποτε, το χ θέμα και με τον ψ τρόπο. Νιώθοντας άβολα
απέναντι σε ένα κείμενο μάλλον νιώθουμε άβολα απέναντι στον εαυτό μας. Άβολα
γιατί βλέπουμε κάτι που είμαστε, αλλά και δεν είμαστε εμείς.
Ένα από τα διάσημα παράδοξα στην
ιστορία τα σκέψης είναι το παράδοξο του Θησέα. Η σκέψη απλή. Ας φανταστούμε το
πλοίο στη στεριά. Αν σταδιακά αντικαθιστούσαμε όλα του τα ξύλα που θα σάπιζαν με
καινούρια, θα ήταν ακόμα το πλοίο του Θησέα; Και αν μετά δημιουργούσαμε ένα
δεύτερο πλοίο δίπλα του με τα αρχικά ξύλα, ποιο από τα δύο θα είναι το πλοίο
του Θησέα; Ίσως για αυτό το λόγο να προκαλεί αυτό το αίσθημα ένα κείμενο
αφημένο κάπου στον κυβερνοχώρο, ένα μήνυμα που εστάλη πριν κάποιο καιρό στο
κινητό. Είμαστε τόσο σίγουροι για το ποιοι είμαστε, αλλά τελικώς είμαστε στην
πορεία του χρόνου, στην εναλλαγή των τόπων και στις σχέσεις μας με τους άλλους εκπληκτικά
διαφορετικοί. Άλλοι πριν 10 χρόνια και άλλοι σήμερα. Άλλοι ως φίλοι του χ και άλλοι
ως φίλοι του ψ. Άλλοι στη δουλειά και άλλοι στο σπίτι μόνοι. Άλλοι στο σπίτι
μόνοι και άλλοι στο σπίτι με κάποιον άλλο. Άλλοι ως σύντροφοι ερωτικοί και
άλλοι ως σύντροφοι πολιτικοί. Ουσιωδώς διαφορετικοί.
Όλα τα κείμενα των κομπάρσων, αλλά
και όλα τα ξεχασμένα κείμενα – ημερολόγια – προσωπικά μηνύματα φαντάζουν ξένα
σε όσους τα έγραψαν, ίσως και οι αναγνώστες τους να μην καταλαβαίνουν γιατί τους
έδωσαν κάποτε σημασία. Παρ΄ όλα αυτά νιώθει κανείς σίγουρος για το εγώ του (ή
αναγκάζεται να νιώσει), αναγνωρίζοντας τη διαφορά του εαυτού του μόνο στη ροή
το χρόνου και ερμηνεύοντας την ως ωρίμανση. Αλλά τόσα διαφορετικά εγώ κρύβονται
πέραν της οπτικής του χρόνου, στους τόπους και στους ανθρώπους, όπου όλοι μαζί
ζούμε.
Ίσως πλέον κάτι τέτοιο να είναι και
οι κομπάρσοι. Ξεχασμένα κείμενα που αυτονομούνται. Τελικώς να έχουν και σταθερή
ταυτότητα. Δεν είναι το κείμενο του για χ για τα ψ θέμα. Είναι το βίωμα του
συγγραφέα που πλέον δεν αναγνωρίζει, το βίωμα του αναγνώστη που επίσης πλέον το
έχει ξεχάσει, αλλά και το βίωμα οποιουδήποτε μπορεί κάποτε να το διαβάσει για
πρώτη φορά. Γράφοντας και εγώ αυτή τη στιγμή δεν αναγνωρίζω ό,τι και αν έγραψα
εδώ και ίσως αύριο το πρωί να νιώσω ξένο και αυτό το κείμενο και συ που το
διαβάζεις τώρα να μην το διαβάσεις ποτέ.
Κ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου