Γύρισες. Μόνος, ζαλισμένος… Η ανάσα σου βαριά. Οι σκέψεις σου,
ακόμη περισσότερο. Τι σκεφτόσουν; Την όμορφη νύχτα, που σου δωρίζει το φεγγάρι
της και τ’ αστέρια της; Τους ήχους της πόλης που ακούνε αυτοί οι λίγοι που ζουν
για να περπατούν τα σοκάκια της Αθήνας τα βράδια;
Το ξέρω ότι σου
αρέσει τόσο πολύ να περπατάς. Η Αθήνα είναι άσχημη, γιατί οι άνθρωποί της την
ασχημίζουν. Πάντα πηγαίνουν κάπου ξεχνώντας να ακούσουν και να νιώσουν το ίδιο
τους το σπίτι. Ξέρεις είμαι και εγώ σίγουρος πώς τη νύχτα τριγυρνάνε μόνο οι
‘’όμορφοι’’ άνθρωποι έξω. Αυτοί που μαγεύονται από την ποίηση που έχουν τα
σκαλιά μιας Αθήνας παλιάς, που είδα κάπου κοντά στο σπίτι, την ποίηση των
δρόμων που δίνουν ζωή στην πόλη… Αυτοί δεν βιάζονται ποτέ και δεν καταδέχονται
διορίες και αφεντικά στα κεφάλια τους. Δεν χαμογελάνε ποτέ ανέμελα, όταν τους
ζητά το σύστημα να ποζάρουν με απάθεια και δεν πάνε ποτέ ανέμελοι στη νυχτερινή
τους έξοδο, όταν δίπλα τους κάποιος πεινά, κάποιος πεθαίνει…
Καιρό ήμουν σίγουρος
ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν υπάρχουν. Τώρα συχνά επιλέγω να γίνω και εγώ ένας από
αυτούς. Ξεχνώ όλους αυτούς τους άσκοπους στόχους στους οποίους μου μαθαίνουν να
πιστεύω και γίνομαι και εγώ ένας άλλος άνθρωπος, ξεπηδώντας από το τετράγωνο
της μικροαστικής ζωής που μας επιβάλλεται.
Λένε πως τα βράδια
‘’ξυπνούν’’ όλα μας τα απωθημένα και τα πιο καλά κρυμμένα ένστικτα. Το βράδυ
δεν υπάρχουν υποχρεώσεις. Μπορείς να ακούσεις τη μουσική αμέριμνος χωρίς να σε
νοιάζει πότε θα ξημερώσει, γιατί η μέθη μιας όμορφης, ‘’κενής’’ νύχτας είναι η
πιο γλυκιά. Τίποτα δεν υπάρχει πια να σε συντροφεύσει εκτός από τον εαυτό σου.
Η θύμιση ενός έρωτα, ενός χορού στη βροχή, δεν είναι κανενός άλλου παρά δικιά
σου. Άνθρωποι έρχονται και φεύγουν άλλωστε. Γίνονται συνδαιτημόνες μας στα
τσιμπούσια της μιας νύχτας, μας αγαπούν, μας ξεχνάνε, μας μισούν… Ψάχνουν και
αυτοί να ζήσουν κάτι το ακραίο, κάτι που θα μπορέσει να χαράξει ένα στίγμα
καθαρά δικό τους στη ζωή του χρόνου, μέχρι και εκείνοι να επιστρέψουν σπίτι
μόνοι σπίτι, βυθισμένοι στη σκέψη του παρελθόντος.
Δεν ξέρω πώς γυρνάτε
και εσείς φίλοι, τα βράδια σπίτι. Αν δηλαδή έχετε νιώσει αυτό το άδειο
συναίσθημα που επέρχεται μετά τις 4 το πρωί. Αν έχετε ξεμείνει έξω από το
τελευταίο μετρό επίτηδες. Γράφω λοιπόν για όλους τους εραστές της ποιητικής
βραδινής Αθήνας, για όλους όσους έχουν γυρίσει άδειοι, μα κυρίως για τον εαυτό
μου… Και αν τώρα είναι βράδυ, θυμίσου να δεις και λίγο πόσο όμορφο είναι πάντα
το φεγγάρι έξω.
δικηγοράκος
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου