Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2020

Απόσπασμα - Clarice Lispector, Τα κατά Α.Γ. Πάθη

  Είχα εισέλθει στο όργιο του Σαμπάτ. Τώρα ξέρω τι συμβαίνει μές στο σκοτάδι τις νύχτες των οργίων. Ξέρω! Ξέρω με τρόμο: τα πράγματα οργιάζουν. Το πράγμα από το οποίο είναι φτιαγμένα τα πράγματα απολαμβάνει τον εαυτό του – αυτή είναι η ωμή χαρά της μαύρης μαγείας. Από αυτό το ουδέτερο έζησα - το ουδέτερο ήταν ο αληθινός μου αρχέγονος ζωμός. Προχωρούσα και αισθανόμουν τη χαρά της κόλασης.   … Ξεπερνούσα γρήγορα τον εθισμό μου, και η γεύση ηταν καινούργια σαν το μητρικό γάλα που δεν έχει γεύση παρά μόνο για στόμα ενός μωρού. Με την κατάρρευση του πολιτισμού και της ανθρωπιάς μου – που ήταν για εμένα μια οδύνη μεγάλης νοσταλγίας – με την απώλεια της ανθρωπιάς, άρχιζα να γεύομαι οργιαστικά την ταυτότητα των πραγμάτων. … Ως τότε οι εθισμένες μου αισθήσεις ήταν βουβές στη γεύση των πραγμάτων. Όμως η πιο αρχαϊκή και η πιο δαιμονική από τις δίψες μου με είχε οδηγήσει υπόγεια να κατεδαφίσω όλες τις κατασκευές. Η αμαρτωλή δίψα με οδηγούσε και τώρα ξέρω πως το να αισθάνεσαι τη γεύση αυτο

Για τις μάγισσες του σήμερα

  Όπως ακριβώς οι Περιφράξεις απαλλοτρίωσαν τις κοινές γαίες των αγροτών, έτσι και το κυνήγι μαγισσών απαλλοτρίωσε τα σώματα των γυναικών, τα οποία έτσι ‘’απελευθερώθηκαν’’ από κάθε κώλυμα που τα εμπόδιζε να λειτουργήσουν ως μηχανές παραγωγής εργατών. Και η απειλή της πυράς όρθωσε φραγμούς γύρω από τα γυναικεία σώματα πολύ πιο ανυπέρβλητους από αυτούς που επέβαλαν οι περιφράξεις των κοινών γαιών.   Silvia Federici , Ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα, Εκδόσεις των Ξένων, σελ. 249   Η S . Federici πέτυχε με το «ο Κάλιμπαν και η Μάγισσα» ένα νέο κεφάλαιο στη φεμινιστική θεωρία, συνδυάζοντας θεωρητικά εργαλεία από την παρακαταθήκη του Marx (θεωρία συσσώρευσης), αλλά και του Foucault (θεωρία σωμάτων). Στην ανάλυσή της το κυνήγι των μαγισσών δεν ήταν απλά ένα δείγμα ‘’μαύρου μεσαίωνα’’ που έχει ξεπεραστεί, αλλά ένα αναγκαίο βήμα για την διαμόρφωση της καπιταλιστικής κοινωνίας του σήμερα. Από την μαρξιστική ανάλυση έχει ήδη ειπωθεί ότι για την εξάλειψη της φεουδαρχίας ήταν απαραίτητο κατ

Για τις πόλεις που κοιμούνται

Σε ένα χρονικό σημείο που οι αναμνήσεις του εγκλεισμού φαντάζουν μακριά (αλλά σαν να ξαναπλησιάζουν), έχει ίσως μεγαλύτερη αξία ένα σχόλιο με αφορμή την ταινία μικρού μήκους του Βασίλη Κεκάτου με τίτλο «Όταν κοιμάσαι ο κόσμος αδειάζει» που κυκλοφόρησε στα πλαίσια του project ‘’ ENTER ’’ του Ιδρύματος Ωνάση [1] . Η ταινία αποτελεί μόνο την αφορμή του παρόντος, γιατί εκκινώντας από την προσέγγιση του σκηνοθέτη στην πανδημία και το γενικευμένο lockdown , είναι ενδιαφέρον να μεταπηδήσουμε σε ένα άρθρο του Γιάννη Κτενά στην Εφημερίδα των Συντακτών για τον επίκαιρο χαρακτήρα του βιβλίου του J . Crary «24/7. Ο ύστερος καπιταλισμός και το τέλος του ύπνου». Το αξιοπερίεργο λοιπόν είναι καταρχάς τι κάνει δύο ανθρώπους, με αφορμή το ίδιο γεγονός, να καταλήξουν σε διαμετρικά αντίθετες θέσεις και το τελικό ερώτημα είναι ο απελευθερωτικός χαρακτήρας που μπορεί να ενέχει η  τέχνη, όταν μας οδηγεί μέσω της κριτικής αλληλεπίδρασης με το καλλιτεχνικό έργο στο άκρως πολιτικό ερώτημα του πώς θέλουμε

Απόσπασμα - Ελεγείες από το Ντουίνο, του Ράινερ Μαρία Ρίλκε

Ερχόμαστε μήπως εδώ, για να πούμε: Σπίτι, Γεφύρι, Βρύση, Πύλη, Στάμνα, Φρουτόδεντρο, Παράθυρο, - έστω: Κολόνα, Πύργος... ή για να δώσουμε όνομα , εννόησέ το, σημαίνοντας τα πράγματα, όπως δεν διανοήθηκαν ποτέ τα ίδια πώς υπάρχουν. Μήπως δεν είναι δόλος μυστικός των σιωπηρών χωμάτων, τους εραστές να εξωθούν, στο αίσθημά τους κάθε τι να πυρπολείται; Και το κατώφλι: τί κοστίζει αυτό σε δυό εραστές που το παλιό στην πόρτα τους κατώφλι το φθείρουν λίγο ακόμη, κι αυτοί, απ’ τους πολλούς μετά κι απ’ τους μελλούμενους μπροστά…, το φθείρουν ελαφρά. Ιδού ο καιρός του ρητού, ιδού η πατρώα του γη. Μίλησε, ομολόγησε. Φυραίνουν τώρα όσο ποτέ τα πράγματα, όσα μπορέσουμε να ζήσουμε, γιατί, ό,τι τα σπρώχνει και τους παίρνει τη σειρά, είν’ ένα γεγονός χωρίς εικόνα. Μια πράξη μόλις κάτω από την κρούστα, που σκάζει πρόθυμα την ώρα μέσα που μεστώνει και θέτει αλλιώς τα όρια. Σε μυλόπετρες μέσα χτυπά η καρδιά μας, σαν τη γλώσσα   κλεισμένη στα δόντια, που ωστόσο