Στα χρόνια της εθνικιστικής
έξαρσης, στις μέρες που το ναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής μεσουρανεί στο
πολιτικό γίγνεσθαι, η ανθρωπιά συνεχίζει να αγνοεί σύνορα και συμβατικές
διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε ανθρώπους.Η Ελλάδα, χώρα πλέον πολυπολιτισμική,
αποτελεί πεδίο διακίνησης ιδεών, κουλτούρων και αντιλήψεων, με κέντρο των
εξελίξεων την ξένη σε όλους μας Αθήνα. Ξένη, όχι γιατί περπατώντας στην
Πατησίων, την πλατεία Ομόνοιας και τα Εξάρχεια θα συναντήσεις ανθρώπους από
κάθε γωνιά του πλανήτη. Άλλωστε είναι αυτοί ξένοι; Εσύ τους έμαθες ως ξένους..ή
μάλλον κάποιοι σου είπαν πως πρέπει να τους διακρίνεις, να υψώσεις τον
προσωπικό σου φράχτη και να τους αφήσεις κάπου στο περιθώριο, μακριά από την
επιρροή του μυαλού και των συναισθημάτων
σου.
Για εμένα το μόνο αληθινά ξένο είναι το ξένο
προς την αλήθεια, το ξένο δηλαδή προς την ανθρώπινη φύση και τις αξίες που
είναι σύμφυτες με αυτή.Και έτσι φθάνω ξαφνικά στην Πανεπιστημίου, σε λίγο
διασχίζω την Βασιλίσσης Σοφίας. Ήμουν κι εγώ ξένος καθώς περπατούσα δίπλα
στους «επιτυχημένους» αυτής της πόλης,
που καθημερινά παλεύουν για το προσωπικό
τους κέρδος στα πλαίσια ενός σαθρού συστήματος, καθώς παρατηρούσα τον κόσμο να
τρέχει χωρίς να γνωρίζει τον προορισμό
του, καθώς συνάντησα κι άλλους νέους να αναζητούν τον εαυτό τους, καθώς
προσπέρασα αδιαφορώντας μια γυναίκα που μου ζήτησε βοήθεια.
Κι όμως έφτασα στο σπίτι μου ανακουφισμένος. Καθόλου
δεν με είχε προβληματίσει το χάος της μεγαλούπολης και τα προσωπεία που όλοι
τους είχαν φορέσει. Εξάλλου χρόνια τώρα, όλα αυτά πλασάρονται ως το υγιές
πρότυπο της ευημερίας, της ευμάρειας και της ευτυχίας. Μα κι εγώ ευτυχισμένος
είμαι. Έχω τα πάντα, ό,τι θέλω ή μάλλον ό,τι μου είπαν οι άλλοι πως πρέπει να
θέλω. Είναι οι ίδιοι που μου όρισαν κάτι αληθινό ως ξένο.Ναι, και είναι
πράγματι αληθινό αυτό που όλοι μας θεωρούμε ξένο σε μια σύγχρονη κοινωνία που
μετεξελίχθηκε σε κοινωνία υποδοχής μεταναστών και αποδοχής(;) του διαφορετικού.
Και είναι ίσως πιο αληθινό από το νεοελληνικό, το δήθεν, την βιτρίνα, το
ματαιόδοξο, το τίποτα…
Προχθές ήταν που ήμουν στο λεωφορείο. Τα
προσωπάκια δυο μικρών έγχρωμων παιδιών δεν μου φάνηκαν ξένα.Η φροντίδα της
μάνας τους ήταν και αυτή τόσο αληθινή.Τίποτα δεν έμοιαζε άγνωστο και διαφορετικό.
Άλλωστε , όλοι όσοι βρισκόμασταν μέσα στο λεωφορείο, μοιραζόμασταν τον ίδιο
αέρα, τον αέρα του προβληματισμού για το σήμερα και το αύριο, αναπνέαμε το ίδιο
οξυγόνο, το οξυγόνο που μας γεμίζει με πάθος για να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας
και κάτι ανέφικτο.
Μια κυρία στη γειτονιά μου-νομίζω κατάγεται
από κάποια βαλκανική χώρα(δεν θυμάμαι ποια, δεν έχει και καμία σημασία)-με χαιρετάει
χαμογελαστή και αισιόδοξη, παρά τις όποιες δυσκολίες της, κάθε πρωί καθώς
περιποιείται τα λουλούδια της αυλής της και εγώ κατεβαίνω στο κέντρο, κάπου
εκεί, ανάμεσα στους ξένους και
τους «ξένους».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου