Είμαστε στο 2014, έχουμε περάσει σχίσματα, πανούκλες,
παγκόσμιους και ψυχρούς πολέμους, οικονομικές κρίσεις και εθνικές. Μάθαμε να
χρησιμοποιούμε τη φωτιά, εφηύραμε τον τροχό, ανακαλύψαμε την πενικιλίνη,
φτάσαμε πιο μακριά και από το φεγγάρι, δημιουργήσαμε γλώσσες, ζωγραφίσαμε
πίνακες πιο θαυμαστούς και από διαμάντια, συνθέσαμε μουσική και μελωδίες για τα
αυτιά των θεών αλλά και πάλι… Θα νόμιζε κανείς πως αυτός ο «πολιτισμός» είναι
δείγμα του ότι μπορούμε να συμβιώσουμε. Θα έκανε λάθος….
Ο εμφύλιος μαίνεται ακόμη στη Συρία και σε δεκάδες άλλα
μέρη, διαδηλώσεις κλιμακώνονται και καταστέλλονται με πλαστικά πυρά, οι
άνθρωποι φυλακίζονται χωρίς την ευκαιρία να υπερασπιστούν τον εαυτό τους,
διακρίνονται σύμφωνα με φυλετικά και κοινωνικά κριτήρια, στερούνται ελευθεριών,
καταπνίγονται οι φωνές τους, πλημμυρίζουν τα σοκάκια με αυτοσχέδιες σκηνές και
όσοι είναι τυχεροί δηλητηριάζονται από τα ίδια τα μαγκάνια που τους κρατάνε
ζεστούς… Άνθρωποι πεθαίνουν από την κακοκαιρία. Ακόμα και ο καιρός φωνάζει πως
κάτι δεν πάει καλά…
Σε θυμάμαι να περπατάμε μαζί τα στενά στο μοναστηράκι, στενά
που βουλιάζουν από τους άστεγους που δεν έχουν που αλλού να πάνε. Σε θυμάμαι να
αδειάζεις τις τσέπες σου για όσους το είχαν ανάγκη. Τι αξία έχει ένας καφές
μπροστά στην αίσθηση ότι βοήθησες να γίνει αυτός ο κόσμος λίγο καλύτερος; Έπεσαν
οι πρώτες ψιχάλες. Ποτέ δε μου άρεσε η βροχή γιατί μονάχα δυο σταγόνες φτάνουν
για να μη παίξουν τα παιδιά μπάλα στον δρόμο, αλλά εκείνη ήταν η χειρότερη
επειδή τότε μόνο είδα πόσοι μένουν στους δρόμους. Κοιτάγαμε μαζί τους καμένους
κάδους στην πλατεία συντάγματος και τα υπολείμματα από τα δακρυγόνα. Κοίταξες
γεμάτη απέχθεια τις πανύψηλες πολυκατοικίες γύρω μας, τις ένιωθες να σε
περιορίζουν, να σου στερούν την ελευθερία, να σε πνίγουν… Μου είπες πως ήσουν
στεναχωρημένη, απογοητευμένη. Αλλά τα μάτια σου δεν μπόρεσαν να κρύψουν την
αηδία που σου προκαλούσε η ίδια σου η πόλη. Μου είπες πως δεν ήθελες να
γεννήσεις παιδιά.… Ήσουν εκνευρισμένη με τον κόσμο γύρω σου, με την φτώχεια,
την πείνα, την αδικία… Ποιος μπορεί να σε αδικήσει; Ποιος μπορεί να ζητήσει από
έναν έφηβο να αφήσει πίσω τα όνειρά του, να ξεχάσει την ουτοπία που τον κάνει
να συνεχίζει, να ζήσει σε έναν κόσμο που τον αηδιάζει;
Αλλά και πάλι… Αν δεν κάνεις εσύ παιδιά, ποιος περιμένεις να
κάνει; Αν δεν κάνεις εσύ και τα παιδιά σου τη διαφορά σε αυτόν τον.. Τον κόσμο…
Ποιος περιμένεις να την κάνει; Δε θέλω να σε ακούσω να λες ότι φταίνε οι
προηγούμενοι για την κατάντια μας, ή ότι θα τη διορθώσουν οι επόμενοι. Εμείς
φταίμε. Εσύ και εγώ που δεν κάνουμε τίποτα για να την αλλάξουμε. Μη προσπαθείς
να είσαι πάντα χαρούμενη και αγνοείς την ασχήμια γύρω σου. Είναι σαν να
κρύβεσαι από τον εαυτό σου και να του φοράς παρωπίδες. Απογοητεύσου, λυπήσου,
στεναχωρήσου, εκνευρίσου, θύμωσε, εξοργίσου από τον κόσμο στον οποίο σε έφεραν, γιατί όλα αυτά τα συναισθήματα χρειάζονται προκειμένου να πάρεις την απόφαση να
δράσεις, να περάσεις από την θεωρία στην πράξη.
Αν θέλεις αγνόησε τα λόγια μου. Χύσε ένα δάκρυ ως ένδειξη
πένθους για αυτούς που χάνονται και καταρρέουν, για τον κόσμο που σαπίζει έξω
από το σπίτι σου. Αν πάλι θέλεις έλα μαζί μου. Θα σε πιάσω απ’το χέρι και θα
πάμε εκεί όπου υπάρχει φτώχεια, μιζέρια και πόνος. Γιατί εγώ έχω μόνο λύπες να
σου δείξω. Με αυτές θα αλλάξω τον κόσμο. Θα τον αλλάξω για να μπορέσουν να τον
κρατήσουν τα παιδιά μας με χαρές. Γιατί στο τέλος, η εκδίκησή μας θα είναι η
ευτυχία των παιδιών μας.
Η γάτα του Schrodinger
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου